Λοιπόν το ματς έληξε. Οι καπνιστές νίκησαν το κράτος και ο αντικαπνιστικός νόμος έγινε καπνός και κατέπεσε στην πράξη. Είναι η πρώτη και μοναδική ως τώρα ολοκληρωτική νίκη των πολιτών ενάντια στα μέτρα της κυβέρνησης Παπανδρέου. Από λάθος μέτρο ξεκινήσαμε όμως σύντροφοι…
Η κυβέρνηση αφού βλέπει ότι δεν μπορεί να επιβάλει την απαγόρευση έρχεται να κάνει αυτό που ξέρει καλά. Επιβάλλει φόρο. Ετοιμάζεται να ανακοινώσει πως τα μαγαζιά θα μπορούν τελικά να φιλοξενούν καπνιστές αν πληρώνουν ένα νέο καπνο-φόρο ανάλογα με τα τετραγωνικά τους. Πουλάει δηλαδή στους μαγαζάτορες το δικαίωμα των πολιτών της στην υγεία και με τα λεφτά που θα βγάλει θα εξοπλίσει, λέει, τα νοσοκομεία για να τους γιατρεύει όταν θα αρρωστήσουν. Μιλάμε για μεγαλοφυές σχέδιο, μεγαλοφυούς πολιτικού του διαμετρήματος Λοβέρδου. Ίσως η πιο άτιμη, η πιο αισχρή συναλλαγή που πρότεινε ποτέ το ελληνικό κράτος: «Δώσμου το τσιγαρόσημο και άστους να πεθάνουν».
Στην καμπάνια κατά της απαγόρευσης μπήκαν γνωστοί καλλιτέχνες, φορείς και οργανώσεις, πολλοί γνωστοί μου και φίλοι και φυσικά οι μαγαζάτορες. Εδώ που μένω οργάνωσαν και «δημοψήφισμα» λέει, για να δουν τι θέλει ο κόσμος. Ξέχασαν να πουν στους φτωχούς ότι θέματα όπως η υγεία και τα δικαιώματα εν γένει δεν μπαίνουν σε δημοψήφισμα, πώς να το κάνουμε.
Κερδίσατε, αλλά δε με πείσατε..
Δε με πείσατε ότι έπεσε ο τζίρος του μαγαζιού επειδή ο κόσμος αποφάσισε να κάτσει σπίτι και να καπνίζει όσο θέλει από το να έρθει στο μαγαζί σας και να ζορίζεται χωρίς τασάκι. Κι όσοι έκατσαν σπίτι, είναι γιατί δεν έχουν λεφτά, να είστε σίγουροι. Δε με πείσατε ότι δεν ανέχεται ο Έλληνας τέτοια πράγματα και ότι είναι στη φύση του το τσιγαράκι για να πάνε κάτω τα φαρμάκια. Δε με πείσατε ότι δε θα μπορούσε να συνηθίσει να βγαίνει κάθε τόσο έξω από την πόρτα αν θέλει ντε και καλά να καπνίσει. Δε με πείσατε ότι το γούστο των καπνιστών μετράει περισσότερο από το δικαίωμα των υγειών, μόνο και μόνο επειδή οι πρώτοι είναι περισσότεροι.
Δε με πείσατε, αλλά κερδίσατε.
Κι αν αυτή έμελλε να είναι η πρώτη σαρωτική νίκη του κινήματος, πανηγυρίστε τη κι αφήστε με να ελπίζω πως θα δώσει τουλάχιστον αφορμή και για μερικές ακόμα πιο σοβαρές που περιμένω.