Κυριακή 19 Οκτωβρίου 2008

«Δεν είμαστε άνθρωποι...»

(Δημοσιεύθηκε στις 19 Οκτωρβίου 2008 στην ΕΠΟΧΗ)
Είναι μερικές ιστορίες που δυσκολεύεσαι να τις πιστέψεις όταν τις ακούς. Δυσκολεύονται ακόμα και εκείνοι που τις είδαν με τα μάτια τους. Πώς να πιστέψεις πως οι πρώτοι Έλληνες που συναντούν όσοι αναζητούν δια θαλάσσης καλύτερη τύχη στη χώρα μας είναι κάτι ντόπια αρπακτικά που σπαράζονται για το ποιος θα πάρει τη βάρκα που τους μεταφέρει… Νήσος Λέσβος, 2008. Ακρωτήριο Κόρακας (όνομα και πράγμα).

Όταν έφτασα στη Μυτιλήνη το θέμα είχε ήδη αρχίσει να βγαίνει στον Τύπο και μετά τον πρώτο φόβο, τα στόματα άρχισαν να ανοίγουν. Πορεία βορειοανατολικά, στο χωριό Σκάλα Συκαμινιάς, το πιο κοντινό προς τα τουρκικά παράλια. Ψαροχώρι, ήσυχος τόπος, γραφικός. Μια εικόνα που οι μετανάστες δε θα δουν ποτέ, αφού η άφιξή τους συνεπάγεται αγωνία για να ξεφύγουν από το λιμενικό αλλά και από κάτι περίεργους τύπους που τσακώνονται για το ποιος θα πάρει τη βάρκα, που εκείνοι θα αφήσουν πίσω τους.
Πολλές φορές τους πετάνε στη θάλασσα τριάντα και πενήντα μέτρα πριν την ακτή. Άνδρες γυναίκες και παιδιά αναγκάζονται να βουτήξουν καθώς οι δικοί μας τραβάνε τη βάρκα. Διαπληκτίζονται μεταξύ τους και όσο πιο γρήγορα αδειάσει τόσο το καλύτερο, για να κατακυρωθεί στο νικητή. Πολλές φορές φωνάζουν police για να τους κάνουν να κατέβουν. Άλλοτε, ο ψαράς που τους έφτασε πρώτος θα δέσει τη βάρκα με σκοινί και θα την τραβήξει, μαζί με τους επιβάτες της, σε άλλη παραλία, εκεί που περιμένουν οι δικοί του για να μοιραστούν τα λάφυρα.

«Δεν μπορούσα να πιστέψω αυτά που έβλεπα», μου λέει ο φωτορεπόρτερ Γιώργος Μουτάφης, που βρέθηκε μπροστά στο θέαμα αυτό φέτος το καλοκαίρι. Ο Μιχάλης Κατσαμπρόκος, ψαράς και ο ίδιος και δημοτικός σύμβουλος στην περιοχή, έχει ακούσει και αυτός ότι τους πετάνε στη θάλασσα πριν καλά καλά βγουν στην ξηρά. «Δεν είμαστε άνθρωποι είμαστε ζώα και κοιτάμε πως θα κονομήσουμε με τον πόνο των αλλονών», μου λέει.
Το κίνητρο είναι ασφαλώς το κέρδος. Τα φουσκωτά και οι μηχανές είναι συνήθως καινούρια και θα μοσχοπουληθούν από όποιον τις πάρει στην κατοχή του. Το τραγικό είναι ότι ο νόμος το επιτρέπει. Η διάταξη που ορίζει ότι όποιος βρει μια βάρκα μπορεί μετά από τη σχετική δήλωση να την πάρει στην κατοχή του, δένει τα χέρια των αρχών, που έτσι κι αλλιώς δεν ήταν διατεθειμένες να κάνουν και πολλά. Αρκετούς μπελάδες έχουν με την κράτηση των πολυάριθμων μεταναστών στο νησί.
«Έχω ακούσει, έχω δει κιολας να τους τραβάνε, να τους πετάνε έξω για να τους πάρουν τη βάρκα. Πολλοί το έχουν δει σαν επάγγελμα αυτό. Δεν βλέπουν ανθρώπους, βλέπουν ένα χιλιάρικο να έρχεται και ορμάνε για το ποιος θα το πάρει πρώτος» μου λέει ο κύριος Νίκος, ψαράς και αυτός, στη Σκάλα Συκαμινιάς.

Ο Μ. Κατσαμπρόκος έχει δει τραυματίες. «Φωνάζουνε μες τη νύχτα και τους τρομάζουν. Αυτοί τρομοκρατούνται. Φεύγουνε και σκαρφαλώνουν όπου βρουν πάνω στα βράχια. Κάποιος έπεσε και έβγαλε τον ώμο του. Μπορεί να έχουν γίνει και χειρότερα που δεν τα γνωρίζω...»
Κάποιες αυλές σπιτιών στη Σκάλα, αλλά και στα γύρω χωριά, φιλοξενούν δύο και τρία φουσκωτά η κάθε μία και οι αποθήκες έχουν αρκετές εξωλέμβιες μηχανές στοιβαγμένες, που περιμένουν να μεταπωληθούν ως ελαφρώς μεταχειρισμένες, σχεδόν «του κουτιού». Το βράδυ στο καφενείο η κουβέντα θα έρθει γρήγορα στα λάφυρα και θα γίνουν συγκρίσεις για το μέγεθος, τον τύπο και την ιπποδύναμη που έλαχε στον καθένα. Μετά τον πρώτο θόρυβο και κάποιες ανώνυμες καταγγελίες, έγιναν και συλλήψεις. Το λιμενικό κατέσχεσε τουλάχιστον 15 μηχανές και συνέλαβε δύο ντόπιους που τις είχαν στα σπίτια τους αδήλωτες. Τις επόμενες μέρες οι μηχανές δηλώθηκαν και επισήμως. Οι συλληφθέντες όχι μόνο αφέθηκαν ελεύθεροι αλλά τους επιστράφηκαν και τα κατασχεθέντα.
Έφυγα από τη Μυτιλήνη ξέροντας πως τις νύχτες τα βράχια της ανατολικής πλευράς της Λέσβου θα συνεχίσουν να είναι διάσπαρτα με «κυνηγούς», με φακούς και με κιάλια που παρακολουθούν τη θάλασσα. Οι υπόλοιποι θα είναι στα ανοιχτά με τα αλιευτικά και μόλις πάρουν το σύνθημα από την ακτή θα επιδοθούν σε έναν αισχρό αγώνα δρόμου προς το λάφυρο.

Εκείνο που πληγώνει περισσότερο είναι πως οι πρόσφυγες βλέπουν ανθρώπους που δε φοράνε στολή και είναι φιλικοί νομίζοντας πως οι άνθρωποι αυτοί είναι εκεί για να τους βοηθήσουν. Από τη μια πλευρά απλώνονται χέρια που ζητάνε βοήθεια και από την άλλη πετιούνται σκοινιά για να δεθεί η βάρκα.

Και εφόσον η βάρκα δεθεί, το πλήρωμα περισσεύει….